Αμόκ



Έτος: 1963
Πρεμιέρα: 9 Δεκεμβρίου 1963
Διάρκεια: 84'
Είδος: Περιπέτεια
Εταιρία παραγωγής: Φίνος Φιλμ
Σκηνοθεσία: Ντίνος Δημόπουλος
Σενάριο: Ντίνος Δημόπουλος , Λάζαρος Μοντανάρης
Μουσική σύνθεση: Σταύρος Ξαρχάκος
Φωτογραφία: Νίκος Καβουκίδης

Ηθοποιοί: Φλωρέτα Ζάννα (Σάρα) , Λευτέρης Βουρνάς (Πίτερ) , Άννα Βενέτη (Άννα) , Τάκης Εμμανουήλ , Ζέτα Αποστόλου ,Άρτεμις Θεοδωρακοπούλου , Σπύρος Καλογήρου (Μηνάς) , Νίκη Τριανταφυλλίδη (Ρένα) , Μαρία Μπονέλου , Δημήτρης Μπισλάνης (Στράτος) , Μαρί Πανταζή , Γιάννης Βογιατζής  , Τούλα Διακοπούλου , Λουκιανός Ροζάν , Καίτη Τριανταφύλλου , Γιώργος Χαραλαμπίδης , Σόφη Μουτράκη , Βασίλης Παπανίκας (γιατρός) , Λίλιαν Σουρτζή , Γιώργος Βελέντζας (αστυνόμος) , Εύα Μπάρτον, Νίκος Πασχαλίδης (μπαρμπα Στάθης, φύλακας αναμορφωτηρίου) , Ευαγγελία Σαμιωτάκη (δεσμοφύλακας) , Ζώρας Τσάπελης (πατέρας Πίτερ)


Υπόθεση



Οχτώ ατίθασα κορίτσια, που δεν ανέχονται τις σκληρές συνθήκες του αναμορφωτηρίου, δραπετεύουν κρυμμένες σε μια νεκροφόρα –που μεταφέρει μια νεκρή συγκρατούμενή τους–, και στη συνέχεια καταφεύγουν σ’ ένα ερημονήσι. Κατά περίεργη σύμπτωση, όμως, στο νησί βρίσκεται και μια ομάδα μισθοφόρων, με αρχηγούς έναν πρώην αξιωματικό των Ες-Ες και τον γιο του. Οι άντρες αναζητούν ένα μπαούλο με χρυσαφικά, το οποίο είναι θαμμένο εκεί από τα χρόνια της Κατοχής. Ανάμεσα στα κορίτσια βρίσκεται και μια εβραιοπούλα, τους γονείς της οποίας είχαν εξολοθρεύσει οι Γερμανοί στα κρεματόρια. Οι άνδρες αποφασίζουν να μεταχειριστούν παντοιοτρόπως τις κοπέλες, αλλά εκείνες κατορθώνουν να συντονιστούν μεταξύ τους και να τους εξουδετερώσουν.







Η ταινία Αμόκ προβλήθηκε στις αίθουσες Αθηνών - Πειραιώς - προαστίων το 1963 και έκοψε 222.288 εισιτήρια.  Ήρθε στην 18η θέση σε 92 ταινίες.


Ταινία εντελώς διαφορετική από τη συνήθη παραγωγή της Φίνος Φιλμ το 1963 που γυρίστηκε, γιατί ο Ντίνος Δημόπουλος που έγραψε το σενάριο με τον Λάζαρο Μοντανάρη, έπεισε τον Φίνο να την κάνουν ως κάτι διαφορετικό ζητώντας μικρό σχετικά προϋπολογισμό και γρήγορο γύρισμα για να μην έχουν πολλά έξοδα.  Η ταινία γυρίστηκε σε ένα νησί κοντά στην Ήπειρο, ήταν όντως κάτι το διαφορετικό, δεν έκανε τεράστια εισπρακτική καριέρα στην Ελλάδα, αλλά πουλήθηκε στο εξωτερικό, όπου έκανε μεγάλη καριέρα μεταγλωττισμένη σε πολλές χώρες και μάλιστα στη Νέα Υόρκη λένε ότι παιζόταν επί 14 εβδομάδες.  Ο Φίνος για να την ξεφορτωθεί την ταινία την πούλησε σε ευτελές ποσό σε κάποιον ξένο πράκτορα, η ταινία παιζόταν στην Ιαπωνία επί δύο συνεχείς χρονιές.  Εδώ κάνει την πρώτη του εμφάνιση σαν διευθυντής φωτογραφίας ο, από μικρός μέσα στην Φίνος Φιλμ και κατόπιν σπουδαίος, Νίκος Καβουκίδης.



Από το βιβλίο του Μάρκου Ζέρβα "Finos Film 1939-1977 ο μύθος και η πραγματικότητα" μάθαμε ότι στους τίτλους της ταινίας αναφέρεται ο ηθοποιός Γιώργος Πασχαλίδης όμως στην ταινία παίζει ο Νίκος Πασχαλίδης και κάνει τον φύλακα στο αναμορφωτήριο.










Το «Αμόκ» των γυμνών κοριτσιών

Από τα γυρίσματα της ταινίας «Αμόκ» το 1963
... Οχτώ ανυπόταχτα κορίτσια, μη μπορώντας να αντέξουν άλλο τις απάνθρωπες συνθήκες κράτησής τους στο σωφρονιστήριο, το σκάνε μια νύχτα μπαίνοντας στη νεκροφόρα που μεταφέρει μια πεθαμένη συγκρατούμενή τους στην τελευταία της κατοικία. Καταφεύγουν σ' ένα ερημονήσι που το ξέρει από τα παιδικά της χρόνια η αρχηγός τους.
Κατά περίεργη σύμπτωση σ' αυτό το ερημονήσι τον καιρό της Κατοχής έχει θάψει ένα μπαούλο με χρυσαφικά και τιμαλφή που λήστεψε κατά την παραμονή του στην Ελλάδα ένας Γερμανός λοχαγός των Ες-Ες. Επιστρέφει τώρα, δεκαοχτώ χρόνια μετά τον πόλεμο, μαζί με τον 23χρονο γιο του και με μια ομάδα μισθωμένα καθάρματα να το αναζητήσει. Δύσκολο έργο, γιατί ο χώρος έχει αλλοιωθεί με τον καιρό και θα χρειαστεί να σκάψουν πολύ για να το βρουν. Οι δυο ομάδες, των κοριτσιών απ' τη μια μεριά και των ανδρών του Γερμανού από την άλλη, αναγκαστικά συναντιόνται. Και θα υποχρεωθούν να συμβιώσουν.
Στην ομάδα των κοριτσιών είναι και μια Εβραιοπούλα. Οι Γερμανοί, στην Κατοχή, είχαν κάψει τους γονείς της στα κρεματόρια του Αουσβιτς. Το ρόλο της Εβραίας τον υποδύεται στο έργο η Φλωρέτα Ζάννα. Το μίσος της για το λοχαγό των Ες-Ες είναι φανερό και φυσικά ο λοχαγός τής το ανταποδίδει. Ο γιος του, όμως, ο Πήτερ, που στην ταινία τον ερμηνεύει ο ηθοποιός Λευτέρης Βουρνάς, έχει μεγαλώσει με άλλες ιδέες και δεν συμμερίζεται τα αισθήματα του πατέρα του για την Εβραία. Αντίθετα της φέρνεται με φανερή συμπάθεια. Και αυτό εξοργίζει το φανατισμένο λοχαγό, που τον υποδύεται ο Ζώρας Τσάπελης.
Κάπως έτσι ξεκινάει ο μύθος στο Αμόκ. Για να καταλήξει σε μια τολμηρή καταγγελία της αγριότητας του πολέμου, του ρατσισμού και της ανθρώπινης μισαλλοδοξίας.
Το διαβάσαμε με τον Λάζαρο Μοντανάρη στον Φίνο και του άρεσε. Και δρομολογήσαμε την προεργασία, με στόχο να ξεκινήσουμε το γύρισμα αρχές Ιουνίου. Είπαμε πως το έργο ήταν τολμηρό. Πραγματικά ήταν. Κι όχι μόνο στο πνεύμα αλλά και στην όψη. Οι κοπέλες δεν ήταν της Σχολής Καλογραιών, ήταν σκληρές, παιδεμένες κι αποφασισμένες για όλα. Τέσσερις-πέντε από τις οχτώ, που θα ερμήνευαν τους ισάριθμους ρόλους, έπρεπε να εμφανιστούν στην ταινία γυμνές ή ημίγυμνες. Σύμφωνα με το σενάριο, σ' αυτό το έρημο νησάκι, όπου κατέφευγαν οι κοπέλες από το αναμορφωτήριο και οι μπράβοι του Γερμανού, γίνεται ένας ομαδικός βιασμός και φυσικό ήταν ο βιασμός αυτός να καταγραφεί στο φιλμ μ' όλη του την ωμότητα και τη βιαιότητα που απαιτούσε ένα ρεαλιστικό γύρισμα. Βέβαια κάποια προσχήματα τηρήθηκαν, κάποια τεχνάσματα επιστρατεύτηκαν κι έτσι από τον κανόνα εξαιρέθηκαν η Φλωρέτα Ζάνα, η Νίκη Τριανταφυλλίδη, η Αννα Βενέτη και η Μαρία Μπονέλλου. Οι υπόλοιπες που διαλέχτηκαν με βάση και το ταλέντο τους φυσικά αλλά κι αυτά τα εξωτερικά χαρίσματα της φυσικής τους εμφάνισης στην αρχή είχαν κάποιες αντιρρήσεις σχετικά με το γυμνό. Η εποχή ήταν ακόμα κάπως συντηρητική κι ο χώρος ακόμα στενός και επιφυλακτικός σε τέτοιου είδους τολμηρότητες. Δεν ήταν ο κινηματογράφος τότε όπως σήμερα, που όταν συζητάς με μια κοπέλα για το ρόλο της σε μια ταινία η πρώτη της ερώτηση θα είναι: Εντάξει. Και το γυμνό μου σε ποια σκηνή θα είναι;
Το νησάκι λεγόταν Υβάλα κι ήταν στη μέση του Αμβρακικού κόλπου. Ερημο κι απομονωμένο από τον υπόλοιπο κόσμο, το είχαν για καταφύγιο οι γλάροι μονάχα και τα θαλασσοπούλια. Το συνεργείο και οι ηθοποιοί, που ανάμεσά τους εκτός απ' αυτούς που ανέφερα ήταν κι ο Τάκης Εμμανουήλ, ο Δημήτρης Μπισλάνης, ο Σπύρος Καλογήρου, ο Γιώργος Τζαβέλλας κ.ά., εγκατασταθήκαμε όλοι σε σπιτάκια στην Κορωνησία, ένα πανέμορφο θαλασσοχώρι, και πηγαίναμε στην Υβάλα κάθε πρωί με βενζίνες. Ηταν δεν ήταν ένα τέταρτο η διαδρομή. Εκεί γίνονταν τα πιο πολλά γυρίσματα.
Στην αρχή τα κορίτσια που έπρεπε να γδυθούν για τις ανάγκες του έργου ήταν κάπως δισταχτικά και αμήχανα. Ντρέπονταν, και με το δίκιο τους. Σιγά σιγά όμως άρχισαν να ξεθαρρεύουν. Είδαν πως, εκτός από το συνεργείο και τους συναδέλφους τους ηθοποιούς, κανένας ξένος δεν υπήρχε κι ούτε ήταν τρόπος να 'ρθει χωρίς να τον δούμε. Ετσι μια και θα γδύνονταν για το γύρισμα οπωσδήποτε, στις σκηνές βέβαια που ήταν απαραίτητο, το πήραν απόφαση. Πετούσαν τα ρούχα τους από το πρωί, μόλις πατούσαν το πόδι τους στην Υβάλα, έπαιρναν χώμα και νερό, άλειβαν το γυμνό τους κορμί για να 'ναι έτοιμες κι έμεναν έτσι ίσαμε το τέλος του γυρίσματος. Το είχαν συνηθίσει και τους άρεσε. Τόσο που έρχονταν μέρες που έβλεπα μια ή δυο από αυτές μ' αυτή την παραδείσια περιβολή κι έλεγα:
Μα καλά, εσύ βρε Σόφη, γιατί γδύθηκες; Κι εσύ, Ζέτα; Αφού ούτε η μια ούτε η άλλη έχετε γύρισμα σήμερα.
Πειράζει; μου απαντούσε άνετα η Ζέτα Αποστόλου.
Αμα δεν πειράζει εσάς, εμένα γιατί να μου πέφτει λόγος;
Μ' αυτές τις όμορφες συνθήκες μιας ελεύθερης και ξέγνοιαστης ζωής, κι έχοντας στο καλλιτεχνικό και τεχνικό επιτελείο παιδιά γιομάτα νιάτα και κέφι για δουλειά, χωρίς βεντετισμούς και μεμψιμοιρίες, και μέσα σ' ένα μαγικό φυσικό περιβάλλον, γίνονταν τα γυρίσματα του Αμόκ, εκεί κάτω στον Αμβρακικό ...

«Ένας σκηνοθέτης θυμάται»

Ντίνος Δημόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου